Η σύγκριση και ο ρόλος της στην αυτοπεποίθηση των παιδιών

Τα παιδιά που βρίσκονται μέσα στο χώρο του αθλητισμού αναπόφευκτα μπαίνουν συνεχώς σε μία διαδικασία σύγκρισης. Συγκρίνουν τα ίδια τον εαυτό τους με τους συναθλητές τους ενώ πολλές φορές και οι ίδιοι οι γονείς σε μία προσπάθεια να δώσουν κίνητρο στα παιδιά «πέφτουν» σε αυτή την παγίδα. Στο άρθρο αυτό η Αθλητική Ψυχολόγος Κρίστη Μιλιόρδου μας καθοδηγεί στο πως να αυξήσουμε την αυτοπεποίθηση των παιδιών δίνοντάς τους σωστά κίνητρα. 

Η επίδραση της σύγκρισης στην αυτοπεποίθηση των παιδιών

«Το παιδί μου την ώρα που παίζει μπάσκετ παρατηρεί συνεχώς τι κάνουν οι άλλοι. Μετά το σκέφτεται και συγκρίνει συνεχώς τον εαυτό του». Το παραπάνω αποτελεί μια συχνή διαπίστωση ενός γονέα, η οποία μπορεί να μας προβληματίσει καθώς πέρα από την επίδραση στην απόδοση εντός γηπέδου, έχει αντίκτυπο και στην προσωπικότητα του παιδιού και στην αυτοπεποίθησή του. Η σύγκριση σε ένα μικρό βαθμό αποτελεί μια φυσιολογική αντίδραση. Όταν όμως επαναλαμβάνεται έντονα και σχεδόν σε κάθε παιχνίδι ή προπόνηση, τότε αρχίζει να μας γίνεται δυσλειτουργική.

«Όταν συγκρίνεις τον εαυτό σου με τους άλλους, έρχεσαι πάντα δεύτερος», μια συμβουλή που είχε ακουστεί από προπονητή ακαδημιών, ώστε να βοηθήσει το νεαρό αθλητή να εστιάσει περισσότερο στον εαυτό του, παρά στους άλλους. Όταν ένας αθλητής συγκρίνει τον εαυτό του αυτό δεν περιορίζεται μόνο στον τρόπο παιχνιδιού, αλλά κυρίως στα σχόλια που θα ακούσουν οι άλλοι, τον χρόνο που θα παίξουν, τυχόν επαίνους που μπορεί να λάβουν και γενικά τις αντιδράσεις (κυρίως τις θετικές) προς αυτούς. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονιστεί ότι η σύγκριση στις περισσότερες περιπτώσεις αφορά παιδιά που θεωρούνται ότι αποδίδουν καλύτερα από εμάς και όχι αυτά που νιώθει ότι δεν αποδίδουν τόσο καλά. Αυτό δημιουργεί αισθήματα ανεπάρκειας στο παιδί, το οποίο αποσπά τη σκέψη του από τις δικές του δυνατότητες και δεξιότητες στις επιτυχίες των άλλων, με αποτέλεσμα η αυτοπεποίθηση και η πίστη στις δικές του δυνάμεις να μειώνεται. Σαν αποτέλεσμα η διάθεσή του για προσπάθεια και εξέλιξη περιορίζεται καθώς αρχίζει να αμφισβητεί τον εαυτό του και να θεωρεί πως αν προσπαθήσει, είναι πολύ πιθανόν να αποτύχει. Επιπρόσθετα, κάθε μικρό εμπόδιο που μπορεί να παρουσιάζεται στην πορεία, στη σκέψη του μεγαλοποιείται και επιτείνει το αίσθημα μειονεξίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αποφυγής της προσπάθειας. 

Η επίδραση της σύγκρισης στην απόδοση των παιδιών

Οι σκέψεις σχετικά με τη σύγκριση, αν συμβαίνουν, πολύ συχνά θα εμφανιστούν και κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού. Ονομάζονται «σκέψεις μη σχετικές με το έργο», όπου ως έργο ορίζεται η απόδοση στο παιχνίδι. Αυτές οι σκέψεις αποσπούν την προσοχή του αθλητή από ό,τι συμβαίνει στο εδώ και τώρα με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να διατηρήσει ακέραια τη συγκέντρωση του στην επίθεση και στην άμυνα. Αυτό μπορεί πρακτικά να φανεί με μια πάσα που δεν είδε, ένα κλέψιμο από τον αντίπαλο, ένα εύκολο σουτ που χάνεται, ένα επιπόλαιο λάθος στην άμυνα. Παράλληλα, οι σκέψεις αυτές αυξάνουν τα επίπεδα άγχους, με αποτέλεσμα να επιδρούν και στη σωματική λειτουργία με σφίξιμο στους μύες, αυξημένο καρδιακό παλμό και δυσκαμψία στην κίνηση. Όλα τα παραπάνω λειτουργούν ανασταλτικά στην απόδοση, με αποτέλεσμα ο αθλητής να αποδίδει χαμηλότερα από τις προσδοκίες ή τις ικανότητές του, κάτι που επιδρά και στην αυτοπεποίθησή του.

Η σύγκριση με τους άλλους δεν λειτουργεί σαν κίνητρο βελτίωσης

Συνήθως η σκέψη ενός γονέα όταν συγκρίνει το παιδί του με κάποιο άλλο έχει σκοπό να το κινητοποιήσει και να του δώσει ώθηση να βελτιωθεί. Αισθάνονται ότι έτσι θέτουν έναν υψηλότερο στόχο για εκείνο και του προσφέρουν μια κατεύθυνση ή ένα πρότυπο, στο οποίο θα μπορούσε να μοιάσει. Όμως, όσο κι αν το παιδί προσπαθεί να ικανοποιήσει την προσδοκία των γονέων και να βελτιωθεί, ακόμα και αν αρχικά φαίνεται να τα καταφέρνει, κάποια στιγμή θα εξωτερικευτεί η πίεση η οποία ξεκινά από τη σκέψη «Οι γονείς μου θεωρούν ότι δεν είμαι αρκετά καλός/ή». Αυτό μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε συναισθηματική αποστασιοποίηση καθώς ο γονέας δε θεωρείται πλέον σύμμαχος. Παράλληλα, το κομμάτι της ικανοποίησης από το άθλημα μειώνεται σταδιακά καθώς η ανάγκη για αναγνώριση και ικανοποίηση των υψηλών προσδοκιών των σημαντικών άλλων δεν αφήνει τον αθλητή να είναι ελεύθερος. Επιπρόσθετα, ακόμη και αν ο αθλητής χαρακτηρίζεται από ταλέντο, αυτό το έμφυτο χάρισμα μέσα από μια διαδικασία σύγκρισης και πίεσης δυσκολεύεται να καλλιεργηθεί

Πως να ενισχύσετε την αυτοπεποίθηση του παιδιού σας

Ένας γονέας μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην ενίσχυση της αυτοπεποίθησης του παιδιού του όταν παρέχει συμβουλές ανατροφοδότησης, που περιλαμβάνουν ένα συνδυασμό θετικών στοιχείων και σημείων που χρειάζονται βελτίωση, χωρίς όμως ο τρόπος παρουσίασης τους να περιλαμβάνει επικριτική διάθεση

Τα παρακάτω βήματα μπορούν να βοηθήσουν ένα παιδί/έφηβο, όχι μόνο να νιώθει ικανοποίηση και ευχαρίστηση από το άθλημα που έχει επιλέξει, αλλά και να καλλιεργήσει τα μοναδικά ταλέντα του

  • Αν διακρίνετε ότι το παιδί σας συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους, ή αν αυτό ήταν μια πρακτική που ακολουθούσατε εσείς μέχρι τώρα, είναι σημαντικό να το σταματήσετε άμεσα για όλους τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω.
  • Ένα θετικό είδος σύγκρισης, το οποίο μπορεί να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση του παιδιού/εφήβου, μέσα από τη στοχοθεσία και την προσπάθεια, είναι αυτό της σύγκρισης με τον εαυτό του πριν από λίγο καιρό. «Πως ήταν η απόδοσή μου πριν 6 μήνες και που βρίσκεται τώρα», «Που θέλω (εγώ, με βάση τις δικές μου προσδοκίες) να φτάσω και πώς θα το πετύχω αυτό».
  • Εστιάστε στα δικά τους μοναδικά ταλέντα και στις δυνατότητες τους και βοηθήστε τα να θέσουν στόχους με βάση αυτά. Έτσι θα μπορέσουν να αντιληφθούν και να προσπαθήσουν για την ανάπτυξη του δυναμικού τους και να πετύχουν τη βέλτιστη δυνατή ανάπτυξη.
  • Αν θέλουν να μοιάσουν σε κάποιον ή αν έχουν ένα πρότυπο, το οποίο θεωρούν θετικό, αφήστε τα να κάνουν μόνα τους την επιλογή αυτού. Όταν θέτω μόνος/η μου ένα πρότυπο και προσπαθώ να το φτάσω, αυτό σημαίνει ότι έχω την αυτοπεποίθηση να το τολμήσω και την εσωτερική πεποίθηση ότι μπορώ. Τότε η μίμηση ενός θετικού προτύπου μπορεί να λειτουργήσει ως στάδιο εξέλιξης.

Είναι πολύ σημαντικό να ακούμε το παιδί/έφηβο και να προσπαθούμε μέσα από αυτό να κατανοήσουμε τις ανάγκες του. Για τα παιδιά και τους εφήβους η μεγαλύτερη ανάγκη αναγνώρισης ξεκινά από τη γνώμη και τα λόγια των γονιών τους. Ας φροντίσουμε, αυτή η γνώμη να είναι η καλύτερη δυνατή για εκείνα. 

Κρίστη Μηλιόρδου
Ψυχολόγος Αθλητών – Γνωσιακή Ψυχοθεραπεύτρια